Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

Βυζάντιο: Σχολιασμένη βιβλιογραφία. Μέρος Α΄



Πρόσφατα βιβλία με γενικό εισαγωγικό περιεχόμενο




Επειδή εσχάτως παρατηρείται η ευχάριστη μόδα έκδοσης και κυκλοφορίας ξένων βυζαντινολογικών πονημάτων με εισαγωγικό χαρακτήρα, σκέφτηκα να αναφερθώ εδώ, οπωσδήποτε επιλεκτικά, σε μια σειρά γενικών εγχειριδίων που εκδόθηκαν προσφάτως στην Ευρώπη και την Ελλάδα και έχουν ως αντικείμενο τους, αν και από διαφορετική οπτική γωνία κάθε φορά, την κατά το δυνατόν σφαιρική παρουσίαση του βυζαντινού πολιτισμού, των κρατικών και εκκλησιαστικών θεσμών, αλλά και τα κύρια χαρακτηριστικά της οικονομίας και της κοινωνίας του ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους.

Οίκοθεν νοείται ότι διατηρούν την αξία τους κάποια σημαντικά παλαιότερα μελετήματα του είδους, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν οπωσδήποτε τα ακόλουθα τρία:


α) N. H. BaynesH. St. L. B. Moss, Βυζάντιο. Εἰσαγωγή στόν βυζαντινό πολιτισμό (ελλ. μετάφραση Δ. Ν. Σακκά), Αθήνα 1988,

β) Στ. Ράνσιμαν, Ὁ βυζαντινός πολιτισμός, Αθήνα, και

γ) η αξεπέραστη εγκυκλοπαιδεία του βυζαντινού πολιτισμού και της λαογραφίας, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός (πολύτομο), Ἐν Ἀθήναις (ανατύπωση: Εκδόσεις Παπαζήση), του Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών Φαίδωνος Κουκουλέ.

Πρόκειται για έργα τα οποία δεν πρέπει να λείπουν από τη βιβλιοθήκη κανενός φίλου του Βυζαντίου που σέβεται στοιχειωδώς τον εαυτό του. Ας δούμε όμως κάποιες από τις νεότερες εκδόσεις.


Averil Cameron, Οι Βυζαντινοί (ελλ. μετάφραση Γ. Τζήμας), Αθήνα 2006


Η συγγραφέας είναι καθηγήτρια αρχαίας και βυζαντινής ιστορίας στο Παν/μιο της Οξφόρδης και έχει να επιδείξει ένα ιδιαίτερα σημαντικό έργο στη μελέτη της ύστερης αρχαιότητας. Το εν λόγω εισαγωγικό πόνημα για τον βυζαντινό πολιτισμό εστιάζει το ενδιαφέρον μας σε συγκεκριμένες θεματικές ενότητες, που αφορούν την ιστορία της αυτοκρατορίας (παρουσιάζεται ευσύνοπτα), την διακυβέρνηση, τον ρόλο της Ορθοδοξίας στην βυζαντινή κοινωνία, την καθημερινή ζωή των κατοίκων, την παιδεία και τον πολιτισμό, τη σχέση του Βυζαντίου με την Ευρώπη και, τέλος, τη θέση του στο μεσογειακό χώρο.

Το βιβλίο διακρίνεται για την -τυπικά αγγλοσαξωνική- γοητευτική αφήγηση, στην οποία σκηνές από τον καθημερινό βίο των βυζαντινών αντλημένες από αγιολογικά κείμενα διαπλέκονται με την αναφορά σε μεγάλες εκστρατείες ή πολιτικά γεγονότα-σταθμούς, έτσι ώστε να παρέχεται στον αναγνώστη η δυνατότητα συνεπόπτευσης της   «μεγάλης» και της «μικρής» ιστορίας, του γενικού στο ειδικό και του επί μέρους εντός του ευρέως πλαισίου. Επιπλέον η συγγραφέας, βαθιά γνώστρια των προβλημάτων της έρευνας, δεν παραλείπει να παρενείρει στην έκθεσή της, με τρόπο που δεν κουράζει τον αμύητο αναγνώστη, τα πορίσματα της πρόσφατης έρευνας για θέματα παλαιόθεν συζητούμενα στους βυζαντινολογικούς κύκλους, όπως ο θεσμός των θεμάτων ή το περιθρύλητο ερώτημα για το αν και κατά πόσον υπήρξε τελικώς φεουδαρχία στο Βυζάντιο –ερώτημα στο οποίο δίδει απάντηση αρνητική, αφού διευκρινίσει όμως το εννοιολογικό περιεχόμενο που επιλέγει να δώσει στον επίμαχο όρο.  

Συνιστώ το βιβλίο αυτό ως μια αξιόπιστη και εύληπτη εισαγωγή στο βυζαντινό πολιτισμό ιδίως για όσους στερούνται ειδικών γνώσεων και επιθυμούν έναν ασφαλή σηματωρό στα πρώτα στάδια της μύησής τους σε αυτόν.
 

Collin Wells, Σαλπάροντας απ’ το Βυζάντιο. Πώς μια χαμένη αυτοκρατορία διαμόρφωσε τον κόσμο (ελληνική μετάφραση Κ. Αντύπας), Αθήνα 2008.

Βιβλίο υψηλής εκλαΐκευσης γραμμένο από έναν μαθητή του μεγάλου Eλληνοαμερικανού βυζαντινολόγου Σπ. Βρυώνη, τον Κόλιν Γουέλς. Ο συγγραφέας, πηγαίνοντας απροκάλυπτα κόντρα στο ρεύμα, έρχεται να παρουσιάσει την ιστορική εξέλιξη του Βυζαντίου ως μια άκρως ενδιαφέρουσα πορεία υψηλών επιτευγμάτων αλλά και δυναμικών αλλαγών. Όπως ο ίδιος εξηγεί στο πρόλογο του βιβλίου του, το πόνημα αυτό αρθρώνεται στη βάση δύο κεντρικών ιδεών, οι οποίες μας βοηθούν να κατανοήσουμε την πολιτιστική κληρονομιά του Βυζαντίου:  Αφ’  ενός της δυαδικής φύσης του Βυζαντίου, στο μέτρο που απεργάστηκε μια ιδιοσυγκρασιακή σύνθεση του ελληνικού πνεύματος με την χριστιανική πίστη, και αφ’ ετέρου του γεγονότος ότι κληρονόμοι αυτής της δυαδικής παράδοσης υπήρξαν τρεις διαφορετικοί πολιτισμοί, οι οποίοι διαμορφώθηκαν σε περιοχές που είχαν αποσπασθεί από το Βυζάντιο κάτω από την πρόδηλη, αν και εκλεκτικά αφομοιωθείσα, επίδρασή του:  Ο δυτικός, ο ισλαμικός και ο σλαβικός κόσμος. Ο συγγραφέας ξεκαθαρίζει ότι:  «Αυτό το βιβλίο τιμά την ενεργητικότητα και τον δυναμισμό εκείνων των νεαρών πολιτισμών, όπως επίσης και τον εκπληκτικό πλούτο του βυζαντινού πολιτισμού».

Το σχόλιο που θα πρόσθετα εγώ εδώ είναι ότι ένα τέτοιο βιβλίο είναι εξάπαντος καλοδεχούμενο, εφόσον εμπλουτίζει με τρόπο τολμηρό την συνήθως ξηρή ακαδημαϊκή προσέγγιση του Βυζαντίου ως μιας αυτοκρατορίας μουσειακού χαρακτήρα και ενός πολιτισμού της «ναφθαλίνης». Αυτή η στάση, δυστυχώς, διακρίνει απροκάλυπτα τμήμα των παρ’ ημίν ερευνητών αλλά και την πλειοψηφία των δυτικών συναδέλφων τους. Επιπλέον, όσο κι αν διαφοροποιείται κανείς από επί μέρους αποτιμήσεις ή θέσεις του Γουέλς, το μελέτημά του έρχεται να κλονίσει την ευρέως διαδεδομένη άποψη σύμφωνα με την οποία ο βυζαντινός πολιτισμός αντιπροσωπεύει ένα θερμοκηπιακό είδος, που αφ’ ενός ουδεμία σχέση έχει με την αποκλειστικά διαμορφωθείσα από τον αναγεννησιακό ουμανισμό και το διαφωτιστικό πρόταγμα νεωτερική Δύση και, αφ’ αφετέρου, βρίσκει τη φυσική συνέχειά του μόνον στον σλαβικό και ιδίως στον νεότερο ρωσικό κόσμο, στον οποίο υποτίθεται ότι κληροδοτεί τα χαρακτηριστικά μιας παραδοσιοκρατικής στατικότητας ταγμένης στην Ορθοδοξία και τις υπανάπτυκτες φεουδαρχικές και αυταρχικές δομές.

  
Ο συγγραφέας αντιθέτως προσεγγίζει τους νεώτερους πολιτισμούς ως «απογόνους» του Βυζαντίου, έστω και απομακρυσμένους λόγω των νέων επιλογών και επιτεύξεών τους. Με τον τρόπο αυτό προσφέρει μια αντιμανιχαϊστική προσέγγιση της σχέσης μεταξύ των συγγενικών αλλά και εν ταυτώ όντως διαφορετικών από πολλές απόψεις πολιτισμών της Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής, που ίσως μπορεί να βοηθήσει όλους μας να απαλλαγούμε από αρκετά στερεότυπα: Το διαφωτιστικό πρόταγμα δεν είναι φρούτο που ενδημεί αποκλειστικά στην νεωτερική Δύση (παρότι ομολογουμένως εκεί εν τέλει προσέκτησε θεσμικά ερείσματα και ανέπτυξε την οικουμενική δυναμική του). Ακόμη, η πολυπρόσωπη πολιτισμική φυσιογνωμία του Βυζαντίου και ο καινοτόμος τρόπος με τον οποίο η αυτοκρατορία μεταρρυθμιζόταν για να απαντήσει με επιτυχία σε έναν συνεχώς απειλητικό και ρευστό κόσμο μαρτυρούν οτιδήποτε άλλο εκτός από έναν στατικό, ανορθολογικό και θρησκόληπτο κόσμο. Εν τέλει η σύνθεση Ορθοδοξίας και ελληνικής ουμανιστικής παράδοσης στο πλαίσιο ενός συγκεντρωτικού, θεσμικά ανεπτυγμένου κράτους (το οποίο από πολλές απόψεις προοιωνίζεται την ανάδυση των μοντέρνων οργανωμένων κρατών), υπήρξε μια αδιαμφισβήτητη επίτευξη του βυζαντινού κόσμου, η οποία μέσω διαφορετικών διαύλων συνέβαλε στην ανάδυση των πλέον θετικών εκείνων κατακτήσεων της νεότερης δυτικής Ιστορίας. Είναι ακριβώς αυτές τις κατακτήσεις που οφείλει εκ νέου να επανεύρει η Δύση, αν πρόκειται να αντεπεξέλθει  επιτυχώς στις οριακές προκλήσεις που αντιμετωπίζει στο χάραμα του πιο αβέβαιου ίσως αιώνα της παγκόσμιας Ιστορίας. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου